background image

18 

 

IS

95  το  οποίο  εκτελούσε  έλεγχο  πρόσβασης  στο  κοινό  μέσο  με  την  μέθοδο 

του 

Code-Division  Multiple  Access

.  Οι  ρυθμοί  μεταφορά  δεδομένων  που 

επιτυγχάνεντο  με  τα  δίκτυα  2

ης

 

γενιάς  ήταν  της  τάξης  των  9.6  με  14.4

kbps. 

Την  ίδια  περίοδο  παρουσιάστηκε  και  η  δυνατότητα  αποστολή  σύντομων

 

μηνυμάτων μέσω των δικτύων 2

ης

 

γενιάς (

Short Message Service 

 GSM). 

Οι  τεχνολογίες  της  ασύρματης  επικοινωνίας  επηρεάστηκαν  από  τις 

καινοτομίες  στον  τομέα  της  ψηφιακής  επεξεργασίας  σήματος  όπου 

εφαρμόστηκαν  τεχνικές  για  την  αποδοτική  ψηφιοποίηση  των  κάθε  μορφής 

πληροφοριών  (εικόνα,  ήχος,  βίντεο)  και  την  μετάδοση  τους  μέσω  δικτύων  ή 

του  διαδικτύου.  Στο  περιβάλλον  που  διαμορφώθηκε,  όπου  αυξήθηκαν 

ραγδαία  οι  απαιτήσεις  για  αποδοτική  αποστολή  και  λήψη  ψηφιοποιημένων 

δεδομένων,    τα  2

δίκτυα  ήταν  αδύνατο  να  ανταποκριθούν.  Κατά  συνέπεια 

αναζητήθηκαν  τρόποι  για  να  ικανοποιηθούν  οι  αυξανόμενες  απαιτήσεις. 

Προέκυψε  το  ασύρματο  δίκτυο 

General  Packet  Radio  System 

το  οποίο 

χαρακτηριστικέ  ως το ενδιάμεσο στάδιο από το 2

στο 3

G

. Χρησιμοποιεί στο 

κατώτερο  επίπεδο  την  τεχνολογία  του 

GSM 

(κανάλια  εύρους  συχνοτήτων 

200kHz 

σε  8 

timeslots

).  Η  καινοτομία  του  δικτύου  αυτού  αποτέλεσε  η  

δυνατότητα  που  παρείχε  στους  χρήστες  του  να  επικοινωνούν  από  τα  ίδια 

κυκλώματα,  αφού  αυτά  δεσμεύονται  μόνο  όταν  πραγματοποιείται  μεταφορά 

δεδομένων.  Επίσης είναι δυνατή η δέσμευση πολλών  χρονοθυρίδων για  μία 

επικοινωνία  για  την  επίτευξη  μεγαλύτερης  ταχύτητας  μεταφοράς  δεδομένων. 

Με  τον  τρόπο  αυτό  κατέστη  δυνατή  η  μετάδοση  δεδομένων  με  ταχύτητες 

171,2kbps.  

Οι  απαιτήσεις  για  μεγαλύτερες  ταχύτητες  μετάδοσης  δεδομένων  είχαν 

ως  συνέπεια  την  ανάπτυξη  των  δικτύων  κινητής  τηλεφωνίας  τρίτης  γενιάς 

(3G

). Η έρευνα για την ανάπτυξη τους εντοπίζεται το 1995 και κορυφώθηκε με 

την  παρουσίαση  του 

IMT-

2000  στο  οποίο  υιοθετηθήκαν  την 

CDMA 

τεχνικές 

για πρόσβαση στο κοινό μέσο, χρησιμοποιήθηκε εύρος συχνοτήτων 2

GHz 

και 

επιτεύχθηκαν  ταχύτητες  της  τάξης  μέχρι  και  2 

Mbps

.  Με  τα  δίκτυα  αυτά 

κατέστη  εφικτή  η  μετάδοση  κάθε  μορφής  ψηφιακής

 

πληροφορίας  αποδοτικά 

ανοίγοντας  το  εύρος  των  εφαρμογών  που  υπήρχε  η  δυνατότητα  να 

λειτουργήσουν σε φορητές συσκευές και συσκευές κινητής τηλεφωνίας.