16
σε κάθε περιοχή. Οι συχνότητες κατανέμονται στις κυψέλες ώστε να
χρησιμοποιούνται για την επικοινωνία συνδρομητών εντός της περιοχής που
ορίζει η κυψέλη. Ένας αριθμός από κυψέλες συγκροτούν μία συστάδα εντός
της οποίας εξαντλούνται οι διαθέσιμες συχνότητες. Γειτονικές κυψέλες δεν
μπορεί να διαθέτουν τις ίδιες συχνότητες για να μην υπάρχει επικάλυψη
μεταξύ επικοινωνιών που πραγματοποιούνται ταυτόχρονα. Στην επόμενη
εικόνα φαίνεται η δομή ενός τέτοιου δικτύου.
Εικόνα
1
: Μορφή κυψελοειδούς δικτύου (πηγή:
https://en.wikibooks.org/wiki/Communication_Networks/Cellular_Networks)
Τα πρώτα κυψελοειδή δίκτυα, τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας 1
ης
γενιάς
(1G
) αναπτύχθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και ήταν αναλογικά. Η
λειτουργία τους βασίζονταν στην κατανομή και διαμοιρασμό συχνότητας για
να υλοποιήσουν την δυνατότητα πολλαπλής πρόσβασης. Με τον τρόπο αυτό
ένα κανάλι επικοινωνίας δέσμευε μία ζώνη συχνοτήτων. Το 1983 λειτούργησε
στο Σικάγο το
Advance Mobile Phone Service (AMPS
). Αφιέρωνε στην
επικοινωνία κάθε χρήστη ένα κανάλι που αντιστοιχούσε σε 30
kHz
ζώνη
συχνοτήτων και αποτέλεσε το πρώτο δίκτυο της μορφής αυτής.
Στην Ευρώπη
λειτούργησε το δίκτυο της
Nordic Mobile Telephones (NMT-
450) το οποίο
χρησιμοποιούσε
κανάλια
εύρους
ζώνης
25
kHz
.
Στην
συνέχεια
παρουσιάστηκαν βελτιωμένες λύσεις όπου επιτυγχάνετο η εξυπηρέτηση
περισσότερων καναλιών επικοινωνίας μέσω μείωσης του εύρους ζώνης